ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΥΜΒΟΥ ΑΜΦΙΠΟΛΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΓΕΡ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΑΡΘΡΑ-ΔΟΚΙΜΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΓΛΥΠΤΙΚΗ ΔΙΕΘΝΗ ΔΥΤΙΚΗ ΑΘΗΝΑ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΡΧΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ. ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 12ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 21ου ΑΙΩΝΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ-ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 13ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 14ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 15ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 16ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 17ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 18ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 19ου ΑΙΩΝΑ ΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΤΟΥ 20ου ΑΙΩΝΑ ΘΕΑΤΡΟ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ-ΜΕΛΕΤΗ- Γ. Γ. ΓΕΡΟΛΥΜΑΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΕΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΛΟΓΟΤΡΟΠΙΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΛΛΑΔΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΝΘΕΤΕΣ ΜΥΘΟΙ & ΦΑΝΤΑΣΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ ΝΕΑ ΤΑΞΗ ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ Ο ΚΥΝΙΚΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΤΟ 1821 ΟΙ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΟΙ ΠΟΙΗΜΑΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ-ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΗΡΩΙΚΩΝ ΜΟΡΦΩΝ ΤΟΥ 1821 ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΕΧΝΕΣ-ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑΣ ΤΕΧΝΗ ΤΗς ΑΦΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ ΤΕΧΝΗ-ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΤΕΧΝΗ-ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΜΕΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΠΩ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΤΕΧΝΗ-ΤΗΣ ΑΣΙΑΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΧΑΡΑΚΤΙΚΗ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ ΧΕΙΡΟΤΕΧΝΙΑ-ΤΕΧΝΙΚΕΣ

Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2017

Αφιέρωμα στον ζωγράφο Ηλία Καρανίκα, (1932-2013)

Ο Ηλίας Ι. Καρανίκας γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου 1932, στο χωριό Σελλάδες του Δήμου Ν. Σκουφά, πλησίον της Άρτας, εκεί όπου πραγματοποίησε και μέρος από τις πρωτοβάθμιες εγκύκλιες σπουδές του, καθώς τις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού, πρέπει μάλλον να τις ολοκλήρωσε στην Άρτα, όπου εκεί η οικογένειά του, μέσα στα χρόνια της Κατοχής, είχε μετεγκατασταθεί, χωρίς να εγκαταλείψει βέβαια και το χωριό. Συντροφιά ο Ηλίας είχε τα δύο του τα αδέλφια, που έγιναν κατόπιν κι εκείνα γιατροί, όπως άλλωστε κι ο ίδιος.

Απόσπασμα από το κείμενο της Κριτικού & Ιστορικού Τέχνης Αθηνάς Σχινά στον κατάλογο έργων του ζωγράφου Ηλία Καρανίκα.

 Ο Ηλίας Καρανίκας
Ως συνέχεια των βιογραφικών του στοιχείων και για να γνωρίσει κανείς περισσότερο το πλαίσιο μέσα στο οποίο γαλουχήθηκε, αυτός και τα αδέλφια του διδάχθηκαν από νωρίς τα ιδεώδη της κοινωνικής συμμετοχής και της αλληλεγγύης, της ευψυχίας και της αμέριστης προσφοράς προς τους συνανθρώπους τους. Αν αναφέρω και μάλιστα τονίζω αυτό το γεγονός, είναι αφενός για να προσκομίσω εναργέστερα στον θεατή των έργων του ζωγράφου, τις ψυχοσυναισθηματικές και ιστορικές συνιστώσες εκείνης της περιόδου, (που επηρέασαν αναμφισβήτητα την προσωπικότητα και τις εικαστικές αναζητήσεις του Ηλία Καρανίκα).

Στο υποσυνείδητο του νεαρού Ηλία αποτυπώνονταν διαθέσεις του θυμικού και διάφορες εικασίες, δημιουργημένες μέσα από φασματικές μορφές και θαμπά ή αξεδιάλυτα «ακούσματα», μέσα από ήχους και μυρωδιές, αντικείμενα του σπιτιού κι αναμνήσεις της γειτονιάς, αλλά και μέσα από την αίσθηση ολόκληρης της φύσης θα λέγαμε. Μια ενσταλαγμένη θλίψη προφανώς θα μετρίαζε τις «ευδαιμονικές οάσεις» των άγουρων ακόμη χρόνων της ζωής του μετέπειτα ζωγράφου, τροφοδοτώντας του την ευαίσθητη ψυχική ενδοχώρα, με «ευχέρειες» ωστόσο μέσα από δυσχέρειες. Οδυνηρές δυσχέρειες, που δεν έκαμπταν όμως το φρόνημά του, παράγοντας εμπειρίες και «καταγωγικές» θα λέγαμε μνήμες, τις οποίες διαρκώς στην μετέπειτα ζωή του, συνδυαστικά ο Ηλίας τις ανακαλούσε. Κι εκείνες τις μνήμες ήταν που στην ζωγραφική του προσπαθούσε πάντα να μεταπλάσει και να μετουσιώσει.

«Τοπίο από το χωριό Σελλάδες», Λάδι σε καμβά, 70Χ100

Μέσα από τον χώρο της τέχνης, ο Ηλίας Καρανίκας θέλησε να δώσει μια μεταφυσική ζωή στους χιλιάδες απωλεσθέντες που τους αντιμετώπιζε ταυτόχρονα και ως αλληγορικούς νεομάρτυρες, θα λέγαμε, που είχαν αγωνιστεί για την πίστη και την πατρίδα τους. Ζωγράφιζε και στα έργα του (συνθετικά) σκηνοθετούσε τον πρότερο και μαζί τον παρεπόμενο βίο της αυτοθυσίας τους, σε έναν ουράνιο χώρο, όπου μέσα από την φλόγα και το πάθος, «αγιοποιούσε» κι αποθέωνε, δικαίωνε κι αναζωπύρωνε στην αιωνιότητα του χρόνου, την πράξη του αγώνα όλων των μορφών, ενάντια στον εκάστοτε εισβολέα. Την απώλεια της κάθε μιας οντότητας την εξαργύρωνε με την ψυχική φόρτιση που παροχέτευε στο πινέλο της ζωγραφικής του, αλλά και με το περιθάλπον μέγα έλεος της  μνήμης.
Ο Ηλίας Καρανίκας σπούδασε ιατρική και ειδικεύθηκε στην γενική χειρουργική. Τα επιστημονικά του συγγράμματα και οι ανακοινώσεις του σε Συνέδρια κι Επιστημονικά  Ιατρικά Περιοδικά, διαδέχονταν έκτοτε το ένα το άλλο, τις δε μελέτες κι έρευνές του τις εικονογραφούσε με δικά του  σχέδια , που θεωρούνται ακόμη και σήμερα, ευκρινέστατα, λυσιτελή κι υποδειγματικά στο είδος τους. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά του έμεινε λίγος χρόνος κι έτσι μπόρεσε και τον κέρδισε  η ζωγραφική (παράλληλα με το ιατρικό του λειτούργημα), καθώς και η μετάφραση, εκκλησιαστικών κειμένων, ανάμεσα στα οποία  υπήρξαν εκείνα της Αποκάλυψης του Ιωάννη, αλλά και του Γέροντος Σοφρωνίου του Έσσεξ, (ενός σπουδαίου και διεθνώς γνωστού, ορθόδοξου πνευματικού αναστήματος, που έργα του μέχρι το 1975 είχαν μεταφραστεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, πλην των ελληνικών).

  «Άποψη του χωριού Σελλάδες», Λάδι σε καμβά, 50Χ70

Πριν αναφερθώ στην ζωγραφική με την οποία ασχολήθηκε, από την ηλικία των έξι ετών, οφείλω εδώ να επισημάνω, ότι ο Ηλίας Καρανίκας ήταν εκτός των άλλων, αξιοθαύμαστος γνώστης της ελληνικής κι ευρωπαϊκής ιστορίας και τέχνης, διαβάζοντας ανελλιπώς βιβλία για την γλώσσα, την γεωγραφία, την λογοτεχνία, την ιστορία, το δοκίμιο, το θέατρο, την λαογραφία, την θρησκειολογία, την μουσική, τις εικαστικές τέχνες κλπ. Ταυτοχρόνως αρθρογραφούσε στην τοπική εφημερίδα «Σελλαδίτικα Νέα» που εξέδιδε η Αδελφότητα Σελλαδιτών Άρτας, για διάφορα θέματα τοπικού κι ευρύτερου ενδιαφέροντος, ενώ επιπρόσθετα φιλοτεχνούσε και μάλιστα προσέφερε, φυσικά δωρεάν, αρκετά από τα σχέδιά του, για την  εικονογράφηση των φύλλων της. Άλλωστε στην προμετωπίδα της, η εφημερίδα αυτή, κυκλοφορούσε με δικό του σχέδιο. Ένα σχέδιο με μελάνι, που απεικόνιζε το αγαπημένο του χωριό.

Ωστόσο, δεν ήταν μόνον τα δημοσιευμένα στην εφημερίδα  αυτά κείμενα, σε ό,τι είχε να κάνει εκφραστικά με την γλώσσα, γιατί ο Ηλίας Καρανίκας, εκτός των άλλων, γνώριζε να διαβάζει και να ερμηνεύει αρχαία και βυζαντινά κείμενα, έχοντας μεταφράσει, εκτός από την Αποκάλυψη του Ιωάννη, - που προανέφερα – κι άλλα θρησκευτικού κυρίως περιεχομένου κείμενα, που παραμένουν ανέκδοτα, στα κατάλοιπά του, όπως π.χ. το «Περί Θαβωρίου Φωτός» ή το «Περί Δημιουργίας» κλπ. του Γέροντος Σοφρωνίου του Έσσεξ (1896-1993), μαθητού του Αγίου Σιλουανού στον Άθω. Πρόκειται για μέρος από τα κατάλοιπά του, όπου μαζί με τα εικαστικά έργα του, τα διαφυλάσσει με ιδιαίτερη αγάπη και φροντίδα, στοργή και συγκινητική προσοχή, η αφοσιωμένη σύντροφος και σύζυγός του κ. Βαρβάρα Παπασπύρου-Καρανίκα.


 «Η Παναγία των Σελλάδων», Λάδι σε καμβά, 38Χ53

Για τον Ηλία Καρανίκα, επιστήμη και τέχνη δεν αποτέλεσαν ποτέ αυτοσκοπό, προκειμένου να αναδειχθεί. Η ιατρική ήταν για τον Ηλ. Καρανίκα, η απόδειξη της αμέριστης αγάπης του για τον συνάνθρωπό του, καθώς και η καθημερινή του αφοσίωση, στην ακατάβλητη κάθε φορά προσπάθεια, που με συμπόνια περισσή κατέβαλε, προκειμένου να αποκαταστήσει την υγεία του κάθε ασθενούς του. Όσο για την  τέχνη, αυτήν ο Ηλίας Καρανίκας την αντιμετώπιζε σαν ανάγκη δική του και καταφυγή, σαν μια διαρκώς επαναλαμβανόμενη και καθημερινή «προσευχή», σαν ένα χρέος ηθικό και πνευματικό, σαν μια δοκιμασία και παράλληλα μια  άσκηση λυτρωτική, που του επέτρεπε να γνωρίσει τον κόσμο γύρω του κι εντός του. Μέσα από την τέχνη μάθαινε να εκφράζεται, ανακαλύπτοντας και κατόπιν φανερώνοντας, με πραγματικό, συμβολικό και αλληγορικό τρόπο, την αγάπη του για την φύση και τον γενέθλιο τόπο του, για τα μνημεία και την ιστορία με την οποία γαλουχήθηκε.

Με άλλα λόγια θα λέγαμε, πως η τέχνη ήταν για εκείνον μια στάση ζωής, ένα είδος αυτογνωσίας, μια μέθοδος εσωτερικής κατανόησης κι ένας  φόρος τιμής που τον απέδιδε προς την πατρίδα του, (για το παρόν και το παρελθόν της), τονίζοντας παράλληλα την διατράνωση της πίστης του, στον άνθρωπο και στον Θεό, γιατί μέσα από τις αξίες και των δύο αυτών παραμέτρων, εκείνος δήλωνε το στίγμα του, δικαίωνε την ύπαρξή του κι ανακάλυπτε την αληθινή του πολιτισμική και κοινωνική ταυτότητα.

  «Τοπίο του χωριού», παστέλ σε χαρτί, 109Χ75

Καθώς φαίνεται, μέσα από το κλίμα και την «οραματική» ατμόσφαιρα των έργων του, αγαπούσε ιδιαίτερα  την φύση, το χωριό του, το ηπειρώτικο τοπίο, αλλά και τον ανθρώπινο περίγυρό του, προς τον οποίο ο Ηλίας Καρανίκας εκδηλωνόταν με ευαισθησία κι αλληλεγγύη. Αυτό γίνεται εμφανές από μια ενότητα έργων του που αφορούν το χωριό ή την ηπειρώτικη φύση, τα οποία ζωγράφιζε από μνήμης ! Τους ανθρώπους που είχε συναναστραφεί, τους μετέφερε εντός του και αποστάγματα από τα βάσανά τους ήταν εκείνα που αλληγορικά προσπαθούσε να αποδώσει στις ζωγραφικές του επιφάνειες. Επίσης επεδίωκε τα σχέδια, τα χρώματα και κυρίως οι μορφές του, να έχουν μια κινησιολογία και μια θεατρική, θα λέγαμε, υποβλητικότητα, έτσι ώστε να παρουσιάζονται ως πράξεις ζωής, με αληθοφάνεια, αλλά και αποκαθηλωτικό χαρακτήρα. Φρόντιζε να είναι επίσης αναγνωρίσιμα τα στοιχεία της ζωγραφικής του, χωρίς να τα απογυμνώνει από την μαγεία τους και προνοούσε να είναι πάντα κατανοητές,- στην αποκάλυψή τους - οι μορφές του, τόσο για τους απαιτητικούς θεατές του, (όταν θα αποφάσιζε να εκθέσει αυτά του τα έργα), όσο και για τους λιγότερο απαιτητικούς, που τον περιτριγύριζαν όμως και τον ρωτούσαν.
Η ζωγραφική αυτού του αυτοδίδακτου, πλην όμως στοχαζόμενου και περισκεπτόμενου, του ευγενούς και σεμνού, του καλλιεργημένου και με αισθήματα φιλοπατρίας, του ταλαντούχου κατά τα άλλα αυτού ανθρώπου, θα μπορούσε θεματικά να διαμορφώσει τις εξής ενότητες: α) φύση και υπαίθρια τοπία, β) πορτραιτογραφία, γ) σκηνές ου καθημερινού βίου, δ) ιστορικές και θρησκευτικές παραστάσεις, ε) αλληγορικές συνθέσεις, στ) διακοσμητικά μοτίβα. Οι προαναφερθείσες ενότητες, διαθέτουν μια εσωτερική συνοχή, καθώς η μια διασυνδέεται ή διαπλέκεται συχνά με την άλλη, ως υφολογία και ατμόσφαιρα. Τα υλικά που στα έργα του έχει χρησιμοποιήσει ο συγκεκριμένος δημιουργός, είναι μολύβια απλά και χρωματιστά, υδατοχρώματα,  κάρβουνα, σινική μελάνη, παστέλ, κυρίως όμως λάδια και σπανιότερα ακρυλικά χρώματα σε χαρτιά, χαρτόνια και καμβάδες. Μέχρι και μονοτυπίες, ακόμη και αγιογραφίες είχε κάνει. Αυτό δηλώνει ότι δοκίμαζε και πειραματιζόταν με ό,τι υλικό και με όποια τεχνική κέντριζε την φαντασία του. Πολλές φορές συνδύαζε τεχνικές και υλικά, χωρίς περιορισμούς και προκαταλήψεις, γεγονός που ήδη έχω επισημάνει, σε σχέση με τον χαρακτήρα και την προσωπικότητά του. Μια προσωπικότητα, που βγαίνει ανάγλυφη μέσα από τα έργα του, όταν με προσοχή κανείς τα προσεγγίζει.

«Σελλάδες, το πατρικό σπίτι», λάδι σε καμβά, 35Χ45

Για τον ζωγράφο αυτόν, η φύση ταυτίζεται με το φως της χοϊκότητας και της αναγωγής της σε λύτρωση κι  αθανασία, αφού αυτό το στοιχείο είναι που απαυγάζουν οι μορφές του και το διαχέουν στον χώρο, καθώς τον νοηματοδοτούν. Γι’ αυτό και ο χώρος των συνθέσεών του γίνεται υπαρξιακός. Παρουσιάζεται ασυνόρευτος και φυγοκεντριζόμενος, ουτοπικός και ταυτοχρόνως μυστηριακός, μέσα από μια διάφανη και τονικά διαβαθμιζόμενη φωτοχυσία, που εμποτίζει τις μορφές χωρίς να τις απορροφά, αλλά τις εγκολπώνει και στη συνέχεια τις περιστέλλει, για να τις εξακτινώσει και να τις ξαναγεννήσει εντέλει, δικαιωνόμενες πλέον στην αιωνιότητα, μέσα από την ζωγραφική του.
Ο Ηλίας Καρανίκας στα έργα του σκηνοθετεί και σκηνογραφεί τις «υποθέσεις» παρουσίας των μορφών του, που έζησαν κάποτε, αλλά και μπορούν να ζουν για πάντα, μέσα από την Αποκάλυψη. Ο χώρος και ο χρόνος υπαινίσσονται στην ζωγραφική του τεταρτοδιαστατικές καταστάσεις, που καταλύουν κάθε όριο, σύνορο κι απόσταση, καταστέλλοντας και κυρίως εξοβελίζοντας τον θάνατο. Άλλωστε διαμέσου του θανάτου και της κατάβασης στον Άδη, επέρχεται η Ανάσταση, για την Ορθόδοξη τουλάχιστον παράδοση. Το γνωρίζει αυτό το χαρακτηριστικό και το ενσωματώνει με τον δικό του τρόπο, στην ζωγραφική του. Για τον λόγο αυτόν ο χώρος ο δικός του, περιδινούται, καθώς συστρέφεται κι αναδιπλώνεται, στα αλληγορικά και συμβολικά του θέματα – που είναι και τα περισσότερα. Μετατρέπεται σε έμψυχη, σχεδόν ορατή κι οργανική ύλη. Ύλη του φωτός και μάλιστα του ακτίστου και του ουράνιου, του άφθαρτου και άφθορου φωτός, που εμπεριέχει θαρρείς αγάπη κι έγνοια,  διαφάνεια και διαπερατότητα, εσωτερική λάμψη και αλληλεπενέργεια, καταλυτική ουσία κι ενορατική ατμοσφαιρική συνθήκη. 

Όσο για την «γραφή» του, σε αυτήν ο ζωγράφος συνδυάζει μικρές, ασθμαίνουσες και διαφανείς, άλλοτε διαλάμπουσες πινελιές, που αποδίδονται μέσα από χρωματικά φαιώδεις, νεφελώδεις, πορφυρές, σταχτοπράσινες, εωθινά γαλαζωπές και χοϊκές συνηθέστερα κλίμακες, φιλτραρισμένες μέσα από σέπιες, ώχρες και όμπρες, αλλά και μέσα από  ήπιες τονικές αντιστίξεις. Αυτός ο χώρος αλλά και ο χρόνος μαζί – στα έργα του Ηλία Καρανίκα - εμφανίζεται αληθοφανής και ιλλουζιονιστικά δισυπόστατος, κυρίως ως προς τα ιστορικά και θρησκευτικά του θέματα, τα οποία δίνουν την αίσθηση, ότι «συνέβησαν» κάποτε και μπορούν ανά πάσα στιγμή, να ξανασυμβούν. Ο χωροχρόνος λοιπόν των γεγονότων ή των ιστορικών, άλλοτε πάλι, επεισοδίων, που παριστάνεται στα έργα του, ταυτίζεται με τον λειτουργικό χωροχρόνο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, δηλαδή με τον τον «νυν και αεί», που τον έχει από παιδί βιώσει ο Ηλίας Καρανίκας, πηγαίνοντας πολύ συχνά στις εκκλησίες του χωριού του, διαβάζοντας (και μεταφράζοντας) θρησκευτικά κείμενα, όπως και βλέποντας (με βαθειά κατανόηση) βυζαντινές εικόνες.



«Ο Γέροντας Σωφρόνιος», λάδι σε καμβά, 70X50

Παρ’ότι έχει εμπνευστεί ο ζωγράφος αυτός από την αρχαία, αλλά περισσότερο από την βυζαντινή τέχνη, τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα της σύνθεσης των έργων του, διαμορφώνουν μια ιδιάζουσα υφολογία. Μέσα από αυτήν, σημασία αποκτούν οι χωροπλαστικές κι άλλοτε πάλι οι κτηριολογικές αναφορές, όπως επίσης τα μεγέθη, οι θέσεις, οι κινήσεις και οι συσχετισμοί των μορφών, καθώς τις βλέπουμε μνημειώδεις και στροβιλιζόμενες, υποβλητικές κι εξαϋλωνόμενες, να εμφανίζονται και να αποδημούν, να αποκαλύπτονται και να εξαχνώνονται με μυστήριο κι αινιγματικότητα, στο πεδίο «γραφής» που κάθε φορά και διαφορετικά ο ίδιος ο ζωγράφος το ορίζει. Στους πίνακές του επίσης διαμορφώνει διαλόγους, μέσα από συγκλίσεις και αποκλίσεις,  που σχηματίζουν συνομιλίες βάθους κι επιφανείας των μορφών, (τονίζοντας την ενοποιητική πλοκή της δομοσύστασης  κάθε φιγούρας με τις διπλανές της). Κι όλα τούτα, μας τα παρουσιάζει ο καλλιτέχνης με χρώματα και σχήματα που γίνονται ήχοι και ρυθμοί, μουσικές σχεδόν ανακρούσεις ενός πολυσυλλεκτικού παρελθόντος που γίνεται παρόν, καθαγιάζοντας πόνους και περιπέτειες με μια αβασίλευτη ειρήνη. Μια ειρήνη ή ορθότερα μια γαλήνη, στην οποία υπάρχουν θαρρείς εξισορροπημένες και δρώσες αντιθέσεις, που γεφυρώνουν τα διιστάμενα, παράγοντας εικαστικά μια εντελώς δική του σύλληψη. Η συγκεκριμένη σύλληψη εμπεριέχει επιλεκτικά και προσωπικά μετουσιωμένα στοιχεία του ρεαλισμού, του νεοκλασικισμού, του νέο-ναϊφ, του μετα-ρομαντικού κλίματος, του συμβολισμού, του εξπρεσσιονισμού (τουλάχιστον ως προς την κινησιολογία των μορφών).
Επικρατέστερη ωστόσο στα έργα του, είναι η ατμόσφαιρα του συμβολισμού και του ρομαντισμού, με στοχευμένες αναγωγές προπαντός στο «περιβάλλον» και τον χαρακτήρα των έργων του Αγγλικού ρομαντισμού και πρώιμου θα λέγαμε ιμπρεσσιονισμού, όπως τον συναντούμε στην ως άνω βορειοευρωπαϊκή Σχολή ζωγραφικής του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Αναφέρομαι ιδιαίτερα στον τρόπο με τον οποίο εμφανίζεται αυτός ο ρομαντισμός, μέσα από τα έργα του John Constable (1776-1837) και κυρίως του William Turner (1775-1851). Και δεν είναι διόλου τυχαία αυτή μου η διαπίστωση, αφενός γιατί η μεταφυσική παράμετρος της «ηρωικής και πένθιμης» εκείνης αγγλοσαξωνικής περιόδου, των μεγάλων ιδεωδών και της αυτοθυσίας, ταιριάζει ιδιοσυγκρασιακά στην ψυχοσύνθεση του Ηλία Καρανίκα, (ιδίως μετά την απώλεια τόσων δικών του ανθρώπων, ανάμεσά τους κι εκείνη της πρώτης του συζύγου, της οποίας τα ανέκδοτα ποιήματα εικονογραφεί), αφετέρου γιατί εντός του βιώνει την ανάταση, όσο επίσης και το μελαγχολικό κλίμα του εθνο-απελευθερωτικού, ηπειρώτικου αγώνα, μέσα από την αντίστοιχη περιπετειώδη και ρομαντική τάση της τότε εποχής. 



«Ευλογία», λάδι σε καμβά, 100Χ70
    
  Δεν υπήρξε για μένα επομένως έκπληξη, η σύνδεση αυτή που επιχειρώ και στην συγκεκριμένη περίπτωση, εδώ την διατυπώνω, όταν εκ των υστέρων ανακάλυψα, ότι προφανώς θα διαισθανόταν εκλεκτική συγγένεια με εκείνον τον σπουδαίο ζωγράφο, γιατί είχε μάλιστα εκλαϊκευτικά γράψει o αείμνηστος Ηλ. Καρανίκας και ειδικό άρθρο, ανάμεσα στ’ άλλα, για τον Τέρνερ (William Terner), τον οποίο θαύμαζε καθώς φαίνεται, στην εφημερίδα του χωριού του «Σελλαδίτικα Νέα». Στα έργα του Terner, πλοία κι άνθρωποι, θάλασσες και νέφη, όλα μοιάζουν να χάνονται σε μια δίνη φωτός και χρωμάτων. Στα έργα του Ηλ. Καρανίκα, η δίνη αυτή (φωτός και χρωμάτων) διαμορφώνει ξέφωτα ουράνιας παρουσίας και μεταθανάτιας δικαίωσης, όλων όσων ο καλλιτέχνης εικονοποιεί. Επίσης, στα έργα του Ηλ. Καρανίκα, διαπιστώνεται μια εκλεκτική συγγένεια, με την δραματική ατμόσφαιρα των έργων του Delacroix, του Gericault, του Goya (1746-1828), την θρησκευτική ζωγραφική των Ναζαρινών (1809-1930 κι εξής), την συμβολική, όσο και μυστηριακή ιδιαιτερότητα του William Blake (1757-1827), αλλά και την «οραματική» του Ν. Γύζη (1842-1901), χωρίς να παραλείπω, ασφαλώς, την μεταφυσική αλληγορία που διαπνέει την ζωγραφική και του βρετανού Samuel Palmer (1805-1881).

Πολλά από τα έργα του Ηλία Καρανίκα, ιδίως όσα αφορούν τα ιστορικά και θρησκευτικά του θέματα, παρουσιάζουν αφηγηματικότητα, καθώς ζωγραφίζει επιλεκτικά επεισόδια μιας κάθε φορά «ιστορίας», που ξεκινά από τα επίγεια και περατώνεται στα ουράνια ή αντίστροφα. Μπορεί ένα έργο του να ξεκινά από ένα όνειρο ή όραμα και να ολοκληρώνεται στην γη, χωρίς ο χρόνος ή ο τόπος να έχει καμιά δεσμευτική δυνατότητα. Αντίθετα, ο χρόνος στα θέματά του λειτουργεί αποκαθηλωτικά και λυτρωτικά.

  «Εν τη ερήμω», λάδι σε καμβά, 65Χ76

Με άλλα λόγια, ο Ηλ. Καρανίκας ζωγραφίζει την μια «περιπέτεια» του βίου μέσα από την άλλη, άλλοτε πάλι την εμφανίζει «διαμέσου»  της άλλης, προκειμένου να υπαινιχθεί προς τον θεατή των έργων του, ότι χαρά χωρίς πόνο, ζωή χωρίς θάνατο και μνήμη χωρίς ζωή δεν υπάρχει, όπως κι αντίστροφα, ζωή χωρίς μνήμη κι ανάσταση χωρίς τον θάνατο. Και αυτό το γνωρίζει ο ζωγράφος, μέσα από την σπουδή της βυζαντινής αγιογραφίας.
Στην προκειμένη περίπτωση, θέλω να επισημάνω κι ένα επιπλέον στοιχείο : γνωρίζουμε φυσικά ότι ο καλλιτέχνης δεν διδάχθηκε, αλλ’ όμως μελέτησε για πολλά χρόνια και σε βάθος (εκτός από την ιατρική) την ζωγραφική, που ήταν και η μεγάλη του αγάπη ή υπήρξε η παρηγορία και η καταφυγή του. Τα νέο-ναϊφ στοιχεία που διακρίνουμε, δεν αφορούν τόσο το γεγονός ότι ήταν «ασπούδαχτος», γιατί πολλοί «σπουδαγμένοι» καλλιτέχνες, δεν έχουν εκφράσει σχεδόν τίποτε άλλο, εκτός από την δεξιοτεχνία και την ματαιοδοξία τους. Ο Ηλίας Καρανίκας, θυμόταν και ξαναζούσε πρόσωπα και γεγονότα, καθώς τα ζωγράφιζε. Τα ιχνηλατούσε, τα «συλλάβιζε» θα λέγαμε, τα αναψηλαφούσε, - υιοθετώντας την αθωότητα του παιδικού βλέμματος - τα ανακάλυπτε ξανά εντός του, τα ολοκλήρωνε χωρίς να τα απομαγεύει και τα «ανάσταινε», δικαιώνοντας την παρουσία τους σε αυτή την γη, μαζί με την δική του.

Στην πορτραιτογραφία του, ο ζωγράφος αυτός, «αποτυπώνει» την ιδιοσυγκρασία και τα χαρακτηριστικά των προσώπων της οικογένειάς του, με έναν νέο-ναϊφ τρόπο, σαν να τα αναψηλαφεί μέσα από τα χρόνια και να τα χαϊδεύει, περισσότερο με την ψυχή παρά με τα χέρια του, όπως ένα παιδί. Ο Ηλίας Καρανίκας επιθυμεί να τα ξαναζωντανέψει εντός του, μαζί με την πατρίδα του, την οποία θεωρεί σύστοιχό τους αντικείμενο. Στα μεμονωμένα πορτραίτα που ο Ηλίας Καρανίκας έχει φιλοτεχνήσει, βρίσκουμε την γιαγιά του «βαβω-Λένη», τον παππού του Κωσταντίνο που τον σκότωσαν οι γερμανοί κατακτητές, τον θείο του Ηλία, αδελφό της μητέρας του, που σκοτώθηκε στην Μικρασιατική Καταστροφή και του έδωσαν κατόπιν το όνομά του, την μητέρα και τον πατέρα του, την αδικοχαμένη και σε νεαρή ηλικία απελθούσα αδελφή του Κατερίνα, (μικροβιολόγο γιατρό,  που μολύνθηκε από μικρόβιο, την ώρα εκτέλεσης των καθηκόντων της και απεβίωσε ξαφνικά).


«Κατερίνα Καρανίκα», λάδι σε χαρτόνι, 71X61



  «Η Βάβω-Λένη», λάδι σε καμβά, 60X45


     «Η Οικογένεια Καρανίκα Πανταζοπούλου, ή Προσκλητήριο νεκρών», λάδι σε καμβά, 130Χ100

Ανάμεσα στα «πορτραίτα», συγκαταλέγω και έναν πολυπρόσωπο επίσης πίνακα, με την συν-παρουσίαση των δύο οικογενειών Καρανίκα και Πανταζοπούλου (της πρώην συζύγου του Θεανούς Πανταζοπούλου). Ειδικά, το πολυπρόσωπο αυτό έργο, λειτουργεί και σαν «προσκλητήριο νεκρών» ή σαν προσκυνητάρι. Το έργο μπορεί να εκληφθεί και σαν χάρτης της παρελθούσας ζωής του ή σαν φανός μνήμης. Όταν ο Ηλ. Καρανίκας ζωγραφίζει τον συγκεκριμένο πίνακα, έχουν όλοι απέλθει από τον μάταιο τούτο βίο. Ζωγραφίζει επομένως την σύνθεση αυτή, σαν μια επίκληση του χαμένου, αλλά ξανακερδισμένου χρόνου (μέσω της τέχνης του), ενώ παράλληλα εξεικονίζει τον υπερούσιο κι αρχαγγελικό τόπο του Παραδείσου, στον οποίο το έργο ανάγεται, (εκεί όπου δεν υπάρχει αποχωρισμός και θάνατος).


 «Η μητέρα μου», λάδι σε καμβά, 40X30



 «Με σταυρωμένα χέρια», λάδι σε καμβά, 160X110

Με τον έναν πάντως ή με τον άλλον τρόπο, ο Ηλίας Καρανίκας αισθητοποίησε, με το σχέδιο και τον χρωστήρα του, την συγκίνηση που ένοιωθε για την πατρίδα του, μέσα από τα τόσα δεινά που του επιφύλαξε άλλωστε και προσωπικά  η μοίρα του, δεχόμενος καρτερικά την οδύνη, εξαιτίας τόσων  θανάτων που βίωσε και που σφράγισαν ανεξίτηλα τον ψυχικό του πυρήνα. Η τελευταία από αυτές τις απώλειες που τον συγκλόνησαν  βαθύτατα, ήταν εκείνη του προσφιλούς  του Βασίλη, του γιού της αγαπημένης δεύτερης συζύγου του Βαρβάρας Καρανίκα, του ελπιδοφόρου κι επιτυχημένο νέου γιατρού, που τον αγαπούσε και τον καμάρωνε, αλλά που δυστυχώς χάθηκε ξαφνικά, σε τροχαίο δυστύχημα. Αν κάτι λοιπόν θέλησε, μέσα από την ζωγραφική του να αφήσει σε ετούτη την ζωή, ο άγνωστος μέχρι πρότινος καλλιτέχνης, είναι η αισιοδοξία και η πίστη (θρησκευτική, ιδεαλιστική, αλλά και καθημερινή), για τον αέναο κι ακατάβλητο αγώνα της ελευθερίας, για τις ανθρώπινες και ουμανιστικές αξίες του πολιτισμού και της ίδιας της ζωής. Μιας ζωής, που παρά τις δυσκολίες, τα αδιέξοδα, τους θανάτους, τις θυσίες, τις καταστροφές, τις αναποδιές της τύχης, τον πόνο και τον μόχθο της, αξίζει να την ζει κανείς και να αγωνίζεται για τις ηθικές και πνευματικές του αξίες, αλλά και για την ανεπανάληπτη ομορφιά που μπορεί κάθε στιγμή η ζωή να προσφέρει.

Για τον Ηλία Καρανίκα, η πιο σημαντική ανταμοιβή, που πρόλαβε αρκούντως να βιώσει, ήταν (εκτός από τα εικαστικά έργα και τις αξεθώριαστες μνήμες, που ως παρακαταθήκη σε όσους τον γνώρισαν, εκείνος άφησε), η ακαταπόνητη κι ολόψυχη, η άγρυπνη και περιθάλπουσα παρουσία της Βαρβάρας, μιας γυναίκας αποδεδειγμένα αξιέπαινης, που την εκτιμούσε βαθειά, την σεβόταν ως προσωπικότητα, - για την απλότητα και το μεγαλείο της ψυχής της - γι‘ αυτό και πραγματικά την αγαπούσε. Ήταν η γυναίκα, που τον κατανοούσε βαθειά, συμπάσχοντας – όταν χρειάστηκε - με αξιοπρέπεια κι αφοσίωση δίπλα του. Άλλωστε του είχε ιδανικά παρασταθεί στις χαρές και στις λύπες, σαν μητέρα, αδελφή, σύντροφος, σύζυγος, συνομιλήτρια  και φύλακας άγγελος, στις πραγματικά επώδυνες ώρες κι εσχατιές  της δικής του ζωής, όπου μέσα από περισσή αγάπη και στοργή, όπως εκείνος πάντα επιθυμούσε, πέρασε ήρεμα από τον μάταιο τούτο κόσμο, στην αθανασία. Είναι η Βαρβάρα Καρανίκα λοιπόν, που κρατά καθημερινά ζωντανή την μνήμη την δική του. Είναι επίσης εκείνη που με μεγάλη φροντίδα κι εντυπωσιακή ευλάβεια, διέσωσε όλο του το έργο και θέλησε επισταμένα κι επίμονα να διαδοθεί. Άλλωστε σε εκείνην αποκλειστικά οφείλεται το γεγονός, ότι προσέθεσε στις γνώσεις μας, έναν ζωγράφο, που ήταν μέχρι πρότινος άγνωστος και τον κατέστησε γνωστό, προσφέροντάς μας την μαρτυρία για μια πολύτιμη κατάθεση μνήμης.
Αθηνά  Σχινά
Κριτικός & Ιστορικός Τέχνης


  «Ο Γιώργος Μπακόλας στη μάχη», λάδι σε καμβά, 100Χ80



  «’Εξοδος Κατσαντωναίων», λάδι σε καμβά, 100Χ100




«Ο Χορός του Ζαλόγγου», λάδι σε καμβά, 110Χ100




 «Εξέγερση», λάδι σε καμβά, 94Χ113



«Καταφυγή», λάδι σε καμβά, 110Χ140



 «Αποκαλυπτική σκηνή (από τον βίο του Προφήτη Ηλία)», λάδι σε καμβά, 110Χ140




 «Μετουσίωση», λάδι σε καμβά, 100Χ110




  «Βίβλος Ζωής», λάδι σε καμβά, 120Χ110




  «Στο Ναό του Σολομώντα», λάδι σε καμβά, 120Χ90


(Σημ Γ.Γ.Γ.: Ευχαριστώ πολύ την αγαπητή φίλη Αθηνά Σχινά, που με έφερε σε επαφή με το έργο του αείμνηστου ζωγράφου και ιατρού Ηλία Καρανίκα. Άγνωστος μεταξύ επιφανών γνωστών καλλιτεχνών, αλλά κατά τη γνώμη μου, όχι λιγότερο σημαντικός, ο Ηλίας Καρανίκας αποτέλεσε μια πολύ ευχάριστη έκπληξη. Επιθυμώντας να γνωρίσουν περισσότεροι Έλληνες το σπουδαίο έργο του, δημοσιεύω κατά αποκλειστικότητα στο «Περί Τέχνης ο Λόγος», το παρών αφιέρωμα βασιζόμενος στον πολύ ωραίο κατάλογο των έργων του, που εκδόθηκε πρόσφατα σε κείμενο και επιμέλεια της κας Σχινά. Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μου)

2 σχόλια:

  1. Απαντήσεις
    1. Καλημέρα Αθηνά!
      Σε ευχαριστώ κι εγώ που μου γνώρισες το έργο ενός άγνωστου, αλλά αυθεντικού καλλιτέχνη όπως ο Ηλίας Καρανίκας!

      Διαγραφή

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...